Οι συριζαίοι δεν είναι καν Μαρξιστές.
Υπό μια έννοια, αν ήταν, θα έτρεφε κανείς και μια εκτίμηση στην προσήλωσή τους σε μια παρωχημένη έστω, ιδεολογική αντίληψη του κόσμου που τέθηκε ιστορικά εκτός μάχης.
Το τρέχον κυβερνητικό συνονθύλευμα είναι απότοκο μιας Δηλιγιάννειας λογικής ή μιας Τρικουπικής λογικής εκτροχιασμού.
Πάντως αυτό τον ιστορικό κρατικό λεηλατικό χαρακτήρα εκφράζουν επί τα χείρω μάλιστα.
Αναξιοκρατία, νεποτισμός, στυγνή λεηλασία των δημόσιων οικονομικών, προχειρότητα, τσαπατσουλιά.
Δεν διαφέρουν πολύ από το κομματικό περιβάλλον και δη της εκάτοτε διακυβέρνησης απλώς αυτοί είναι χειρότεροι και μάλιστα με μεγαλύτερη αφοσίωση στη νομή της εξουσίας και στην προκλητική εξαπάτηση του κόσμου.
Ο ιδεολογικός τους μανδύας, ή οι αφορισμοί τους περί “αντεπανάστασης” στην λογική κριτική που τους ασκείται από την κοινωνία, ενθυμούμενοι την ιδεολογία της Γαλλικής εκδοχής της επανάστασης, είναι απλώς παραμύθι για να αισθάνονται ότι είναι αριστεροί.
Θέλουν τους ευρωπαϊκούς πόρους αλλά να μην εντάσσεται αυτό σε ένα σύγχρονο επιχειρησιακό λειτουργικό κράτος!!
Η παρουσία τους δε στην διακυβέρνηση θα είναι ,όπως ήδη διαφαίνεται, μοιραία για την χώρα, σε επίπεδο πνευματικής διαμόρφωσης του γένους, παιδείας, ιστορίας, κοινωνικής συνοχής, οικονομίας, διαγενεακών και δημογραφικών προοπτικών.
Το αντίπαλο δέος του φιλελευθερισμού στην Ελλάδα δεν είναι ο Μαρξισμός.
Αυτός τουλάχιστον όπως τον εφάρμοσε ο Λένιν τελείωσε εδώ ως εναλλακτική το 49 και εκεί όπου εφαρμόστηκε το 89.
Έχει σήμερα την ίδια αξία που έχουν οι Καθαροί.
Δηλαδή ιστορική.
Η κυριαρχούσα ιδεολογία είναι ο Περονισμός, η Λατινοαμερικανική εκδοχή του Ιβηρικού φασισμού με μεγάλες αλλαγές από τον αρχικό όπως την αποβολή του μιλιταρισμού, με προσθήκες όπως του λαικισμού αλλά και με επιρροές από τον υπαρκτό σοσιαλισμό.
Οι ιδεολογίες της μετάβασης από την φεουδαρχική δεσποτεία στην κατάκτηση της ατομικής ελευθερίας και της παραχώρησης κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων τελούν σε πλήρη διανοητική σύγχυση και απλώς ερμηνεύουν από την δική τους όψη, το ίδιο στενό πεδίο.
Φιλελευθερισμός και σοσιαλισμός διαγκωνίζονται για το ποιος θα κατέχει το σύστημα, ο ιδιώτης ή το κράτος.
Δεν αποδίδουν την πολιτική και κοινωνική ελευθερία στους συντελεστές τους, δηλαδή στην ίδια την κοινωνία ως πραγματικό θεσμό της πολιτείας.
Η ανάγνωση της αρχαίας ελληνικής γραμματείας είναι επιφανειακή και με όρους προτωφανούς σύγχυσης για αμφότερα τα ιδεολογικά ρεύματα ,ακριβώς γιατί δεν συγκροτούν σύστημα γνώσης, αλλά ιδεολογία.
Και ο Φουκουγιάμα άρθρωνε ελλιπέστατες διακηρύξεις περί τέλους της ιστορίας γιατί δεν μπορούσε να κατανοήσει τον κοσμοϊστορικό χρόνο των πραγμάτων.
Ενώ όντως επικρατούσε ο φιλελευθερισμός στην “ενδοοικογενειακή” μικρο-ιστορική οπτική των πραγμάτων, απέτυχε αυτούσια να θεραπεύσει τα κοινωνικά προβλήματα, ακριβώς γιατί το κέρδος του ήταν μόνο η αντιπαράθεση με ένα ξεπεσμένο σύστημα ιδεολογικής εκφοράς των πραγμάτων και όχι η θέση της κοινωνίας στην πολιτική, ώστε να μην λειτουργεί ασύδοτα ο κάτοχος της πολιτικής κυριαρχίας, οι ελίτ, είτε το κράτος μέσω αυτών που το ιδιοποιούνται.
Την κοινωνία την θέλουν αμφότεροι επικυρωτή προειλημένων αποφάσεων στο επίπεδο των κλειστών μηχανισμών με μοναδική τους (θεμελιώδη έστω) διαφοροποίηση το “ποιος” θα κατέχει το σύστημα, και όχι πως η κοινωνία θα γίνει θεσμός με αυτόνομη πολιτική ύπαρξη.
Είτε σε ένα αντιπροσωπευτικό σύστημα που ωστόσο θα ορίζει η ίδια τις πολιτικές και θα ανακαλεί τους διαμεσολαβητές της -κόμματα, με πρόσημο το κοινό συμφέρον.
Είτε στην δημοκρατία, που ανάγεται στην έννοια της αυτοκυβέρνησης με το κράτος τυπικό απλό θεράποντα των πολιτικών εφαρμογών της πολιτείας.
Αν ο Ρολς είχε διαβάσει όντως Αριστοτέλη θα ήταν πολύ διαφορετική η οπτική των πραγμάτων όπως και αν οι Μαρξιστές κατανοούσαν τον Πλάτωνα σε ένα επίπεδο που θα υπερέβαινε τον επιμέρους αποσπασματικό συναισθηματισμό, και την οργανική ένταξη της πλατωνικής αλληγορίας του σπηλαίου , θα την κατανοούσαν όντως εκεί που αναφερόταν ο Πλάτωνας, δηλαδή στην πολιτεία.
Ο Μαρξ αντιλαμβάνεται μονοδιάστατα ,με σωστή βέβαια συναισθηματική χρήση του πράγματος (εκμετάλλευση), την δομή της πολιτείας θεωρώντας την ευτελώς ως πρόσημο των υλικών σχέσεων.
Μόνο που το κεφάλαιο, δεν είναι αυτούσιο γεγονός, είναι δε πολύτιμο ως προς την εξέλιξη της ανθρωπότητας.
Το ζητούμενο είναι η ιδιοκτησία επί του συστήματος.
Και σε αυτό οι θεωρίες, ορθότερα οι ιδεολογίες (και πάντως όχι η γνωσιολογία) των διαφόρων εκδοχών του ίδιου νομίσματος, δηλαδή της νεοτερικότητας δεν μπόρεσαν να δώσουν απαντήσεις, γι’ αυτό και κυνηγούν συνεχώς την ουρά τους αναφυόμενοι κατά την εκδοχή της κατάρρευσης του “άλλου”, της “άλλης” όψης.
Γι’ αυτό ο Φουκουγιάμα έλεγε αυτά που έλεγε, γι’ αυτό με την σημερινή κρίση λένε αυτά που λένε οι μαρξιστές ανακυκλώνοντας την ίδια απόληξη, τις κοινωνίες στο περιθώριο.
Κάτι σαν την τυπική εναλλαγή των αυτονομημένων κομματικών διεργασιών στην εξουσία, με πέπλο την απαξία του “άλλου” και όχι την δική τους υπερβατική λογική των πραγμάτων.
Οι εξουσίες, αποφεύγουν να συμβουλεύονται την γνώση, εφόσον η διαχείριση της μιζέριας είναι (βραχυπρόθεσμα έστω) πιο “επικερδής”.
Οξυδερκείς φιγούρες σαν τον Καποδίστρια ή τον Ρήγα ή τον Αριστοτέλη δυστυχώς δεν επιτρέπουν οι εποχές που ζούμε.